top of page
43298f43-f9c4-4ad5-8824-99be86000c5f.jpg

Σχεδιάζοντας για τη Σαμπατική: Η εν δυνάμει οικιστική ανάπτυξη στη βάση του οικο-τουρισμού

Η παρούσα διπλωματική εργασία τοποθετείται στον οικισμό της Σαμπατικής στο Δήμο Νότιας Κυνουρίας της περιφερειακής ενότητας Αρκαδίας και εξετάζει την υλοποίηση του οικοτουρισμού μέσα από τη χωροθέτηση ενός βιοκλιματικού οικισμού προσωρινής κατοίκησης συναιτεριστικού χαρακτήρα. Η επιλογή της περιοχής παρέμβασης και οι κατασκευαστικές τεχνικές που υιοθετούνται αποσκοπούν στην περιβαλλοντική, πολιτιστική, οικονομική και κοινωνική αναβάθμιση και ανάδειξη της περιοχής μελέτης.

d.png

Ξεκινώντας την εργασία, διερευνήθηκαν όλα τα αναπτυξιακά χαρακτηριστικά σε όλα τα χωρικά επίπεδα. Πιο αναλυτικά, σε επίπεδο Πελοποννήσου, περιφερειακής ενότητας Αρκαδίας, δήμου Νότιας Κυνουρίας και δημοτικής ενότητας Σαμπατικής διερευνήθηκαν το οδικό δίκτυο, οι συγκοινωνίες, το πολιτιστικό και φυσικό απόθεμα και οι συναφείς με τον τουρισμό δραστηριότητες.

 

Η αναπτυξιακή χαρτογράφηση ανέδειξε πως συνολικά στον πελοποννησιακό χώρο και, ειδικότερα, στην περιοχή της Νότιας Κυνουρίας υπάρχουν πολλά αναπτυξιακά χαρακτηριστικά που μπορούν να συμβάλουν προς την κατεύθυνση της αειφόρου τουριστικής ανάπτυξης.

22.png

ΤΟΠΟΘΕΣΙΑ

Η διπλωματική εργασία τοποθετείται στο μικρό παράκτιο οικισμό της Σαμπατικής στο Δήμο Νότιας Κυνουρίας της περιφερειακής ενότητας Αρκαδίας.

Η Αρκαδία είναι μία από τις μια από τις πέντε Περιφερειακές Ενότητες της Πελοποννήσου, με διοικητικό κέντρο τόσο της Περιφερειακής Ενότητας όσο και της Περιφέρειας, την ιστορική πόλη της Τρίπολης και καταλαμβάνει το 18% της συνολικής έκτασης της Πελοποννήσου. Αποτελεί προορισμός χειμερινών διακοπών ως επί το πλείστον στο ορεινό τμήμα. Παρόλα αυτά τα τελευταία χρόνια παρατηρείται ανάπτυξη του παραθερισμού στο παραθαλάσσιο μέτωπο της Κυνουρίας, όπου τοποθετείται η εργασία.

Η Κυνουρία, αποτελεί το νοτιοανατολικό τμήμα του νομού Αρκαδίας και χωρίζεται διοικητικά στους δήμους Βόρειας και Νότιας Κυνουρίας. Χαρακτηρίζεται από έντονο ορεινό στοιχείο. Αν και έρχεται σε επαφή με τη θάλασσα οι ακτές της είναι, με εξαίρεση τις περιοχές του Άστρους και του Λεωνιδίου, απόκρημνες και βραχώδεις, αφού τον κύριο κορμό της αποτελεί ο μεγάλος ορεινός όγκος του Πάρνωνα.

Η κωμόπολη του Λεωνιδίου είναι είναι το διοικητικό κέντρο του δήμου και πήρε το όνομα του από το εκκλησάκι του Αγίου Λεωνίδα, που αναφέρεται σε χρυσόβουλο του Ανδρονίκου Παλαιολόγου το 1293. Χαρακτηριστικό γνώρισμα του Λεωνιδίου είναι ο επιβλητικός κόκκινος βράχος που ορθώνεται πάνω από τον οικισμό.

Ο μικρός παράκτιος οικισμός της Σαμπατικής βρίσκεται σε απόσταση 6 χλμ. από την κωμόπολη του Λεωνιδίου. Λειτουργούσε ως επίνειο του ορεινού οικισμού της Πραγματευτής. Αποτελεί έναν οικισμό ψαράδων που λειτουργεί ως αλιευτικό καταφύγιο των επαγγελματικών σκαφών των τοπικών αλιέων  που έχουν ως βάση τους τη Σαμπατική και εμπορεύονται αλιεύματα σε ολόκληρη την Περιφέρεια.

3.png
22.png

ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Η Αρκαδία έχει μεγάλο πολιτιστικό απόθεμα από σχεδόν όλες τις ιστορικές περιόδους. Σε όλη την έκταση της υπάρχουν σημαντικά ιστορικά, πολιτιστικά και αρχαιολογικά κέντρα, τα οποία προσδίνουν συγκριτικό πλεονέκτημα για την αειφόρο αξιοποίηση της περιφερειακής ενότητας στο πλαίσιο της ολοκληρωμένης ενδογενούς τοπικής τουριστικής ανάπτυξης.

Υπήρξε μια περιοχή – σύμβολο της βουκολικής ζωής, που ενέπνευσε μέχρι τους τελευταίους αιώνες συγγραφείς, ποιητές και καλλιτέχνες κατά την περίοδο της Αναγέννησης και του Διαφωτισμού. Καμία άλλη περιοχή δεν έχει αφήσει το αποτύπωμα της τόσο βαθιά στην ιστορία όσο η Αρκαδία και αυτό οφείλεται στην ειδυλλιακή της φύση και τους μύθους, όπως του θεού Πάνα, που γεννήθηκαν εκεί.

Παράλληλα, η Αρκαδία κατέχει μια ξεχωριστή θέση στο χώρο της ελληνικής παραδοσιακής αρχιτεκτονικής. Δεμένη άρρηκτα με τις κλιματολογικές, γεωμορφολογικές, κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες της ευρύτερης περιοχής, η τοπική αρχιτεκτονική χαρακτηρίζεται από το απλό, λιτό, αυστηρό και γεωμετρικό της ύφος. Ιδιαίτερα οι οικισμοί του Μαινάλου (Γορτυνία) και του Πάρνωνα (Κυνουρία) έχουν να επιδείξουν σημαντική αρχιτεκτονική κληρονομιά, που σε ορισμένες περιπτώσεις έχει συνδυασθεί και με αρχιτεκτονικές επιδράσεις του ευρύτερου ελληνικού χώρου, όπως της νεοκλασικής τάσης και της αιγαιοπελαγίτικης αρχιτεκτονικής.

Τα απλά σπίτια, τα αρχοντικά, οι εκκλησίες και τα γεφύρια κατασκευάζονταν με πρώτη ύλη την πέτρα από τα αρκαδικά βουνά από ντόπιους Αρκάδες μάστορες. Όλες οι κατασκευές χαρακτηρίζονται από λιτές γραμμές και ορθογώνιες λειτουργικές κατασκευές που «δένουν» αρμονικά με το ορεινό τοπίο και το φρόνημα των κατοίκων.

Όσον αφορά το πολιτιστικό απόθεμα, στην περιοχή του Λεωνιδίου και σε πολύ κοντινή απόσταση από τον οικισμό διερεύνησης, υπάρχουν πολλά αξιόλογα σημεία ενδιαφέροντος, όπως η βιβλιοθήκη, το αρχαίο λιμάνι της Πλάκας, οι μυκηναϊκοί τάφοι της Βασκίνας, το σπίτι του ποιητή Κώστα Ουράνη και άλλοι πολιτιστικοί χώροι για την ανάδειξη του τσακώνικου στοιχείου, καθώς και κάποιες πολιτιστικές εκδηλώσεις που σχετίζονται με τα τοπικά προϊόντα της περιοχής. Άλλωστε, η παραγωγή τσακώνικων προϊόντων, όπως αχλαδιού και μελιτζάνας, καθώς και της ελιάς, είναι ιδιαίτερα αναπτυγμένη.

22.png

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

Η περιοχή της Αρκαδίας είναι πλούσια σε φυσικά αξιοθέατα. Έχει πέντε οικότοπους που ανήκουν στο δίκτυο Natura 2000: το Όρος Μαίναλο, η Λίμνη Τάκα, η περιοχή Παράλιου Άστρους και Λιμνοθάλασσας Μουστού, η περιοχή Μονής Ελώνης και Χαράδρας Λεωνιδίου, και τέλος, το όρος Πάρνωνας και η περιοχή Μαλεβής. 

Στη δυτική Αρκαδία, τα άφθονα επιφανειακά νερά, τα ρυάκια και οι ποταμοί, σχηματίζουν το μεγάλο ποτάμι, τον Αλφειό, που εκβάλλει στο Ιόνιο Πέλαγος. Ο ορεινός όγκος του Μαίναλου τροφοδοτεί μεγάλο μέρος των απορροών αυτών, τόσο του κυρίως Αλφειού, αφού στην καρδιά του βουνού γεννιέται ο παραπόταμος του Ελισσώνας, όσο και του Λάδωνα στα βόρεια με τον Τράγο ποταμό, που ξεκινάει από την περιοχή της Βυτίνας.

Αποτελεί τον πιο ψυχρό νομό της Πελοποννήσου από το ανάγλυφο, τη μορφή του και τη γεωγραφική θέση του και το κλίμα της γενικά χαρακτηρίζεται ως ορεινό. Ο καιρός και το κλίμα της Αρκαδίας διαφέρουν μεταξύ των ορεινών και των παραθαλάσσιων περιοχών. Στις ακτές τις περιφερειακής ενότητας το κλίμα χαρακτηρίζεται πιο ήπιο.

3.png
22.png

ΟΔΙΚΗ ΣΥΝΔΕΣΗ

Η οδική σύνδεση κρίνεται επαρκής τόσο με την ευρύτερη περιοχή όσο και με μητροπολιτικά κέντρα, βρίσκεται σε κοντινή απόσταση από το αεροδρόμιο της Καλαμάτας, λιμάνια που συνδέουν με τους κοντινούς νησιωτικούς προορισμούς και από πολλούς τόπους υψηλής επισκεψιμότητας της Πελοποννήσου, όπως η Μονεμβασία και η Μάνη.

Το σιδηροδρομικό δίκτυο ολόκληρης της Περιφέρειας δε λειτουργεί εδώ και χρόνια λόγω της επ' αόριστον διακοπής όλων των σιδηροδρομικών δρομολογίων στο τμήμα της Πελοποννήσου από τον ΟΣΕ.. Το δρομολόγιο του προαστιακού σιδηρόδρομου φτάνει ως την Κόρινθο, αφήνοντας εκτός διασύνδεσης με την Αθήνα την Περιφερειακή Ενότητα Αρκαδίας. Επομένως, το μοναδικό μέσο μαζικής μεταφοράς που εξυπηρετεί τις μετακινήσεις αποτελούν τα λεωφορεία του ΚΤΕΛ.

3.png
22.png

ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

Σύμφωνα με την τελευταία απογραφή του 2011, ο πληθυσμός της Αρκαδίας είναι 86.685 κάτοικοι.  Ο δήμος Τρίπολης είναι ο μεγαλύτερος πληθυσμιακά Ο.Τ.Α. της Περιφερειακής Ενότητας Αρκαδίας. Ακολουθούν, με βάση τον πληθυσμό τους, ο δήμος Μεγαλόπολης, Βόρειας Κυνουρίας, Γορτυνίας και Νότιας Κυνουρίας.

Στην περιοχή δεν ευνοήθηκε η δημιουργία μεγάλων αστικών κέντρων λόγω του ορεινού ανάγλυφου και της δυσκολίας προσπέλασης της πελοποννησιακής ενδοχώρας. Η μεγαλύτερη πόλη και πρωτεύουσα του νομού, η Τρίπολη που μετρά 22.500 κατοίκους και όπως φαίνεται και στον πίνακα που ακολουθεί, ο πληθυσμός των κυριότερων αστικών κέντρων της Αρκαδίας είναι πολύ περιορισμένος.

Οι μικροί οικισμοί γύρω από τα αστικά κέντρα, διατηρούν πολύ χαμηλό αριθμό πληθυσμού, κάτω των 500 κατοίκων στην πλειονότητα τους. Στους μεγαλύτερους οικισμούς, στο πεδινό και στο ορεινό τμήμα της Περιφερειακής Ενότητας, με πληθυσμό άνω των 500 κατοίκων ανήκουν το Άγιος Ανδρέας, ο Άγιος Πέτρος, τα Κάτω Δολιανά, το Κορακοβούνι, η Χειμερινή Μελιγού, το Παράλιο Άστρος, η Βυτίνα, τα Τρόπαια, η Παραλία Τυρού, η Κανδήλα, οι Ρίζες, το Στάδιο και ο Άγιος Κωνσταντίνος.

Παρατηρώντας τον αριθμό των μόνιμων κατοίκων των οικισμών κοντά στο παραλιακό μέτωπο διαπιστώνεται πως είναι μεγαλύτερος από αυτόν των οικισμών της ενδοχώρας. Εξαιρέσεις αποτελούν οι ορεινοί οικισμοί Δημητσάνα, Λαγκάδια και Βυτίνα που βρίσκονται σε άνθηση τα τελευταία χρόνια, λόγω της αυξημένης τουριστικής κίνησης, και χαρακτηρίζονται ως κεφαλοχώρια.

Ο δήμος Νότιας Κυνουρίας διαθέτει πληθυσμό 9.686 σύμφωνα με την τελευταία απογραφή της ΕΛΣΤΑΤ το 2011. Το Λεωνίδιο ως το διοικητικό κέντρο του δήμου έχει πληθυσμό 3.826 κατοίκους. Οι υπόλοιποι οικισμοί, είτε ορεινοί είτε παράκτιοι, έχουν πληθυσμό λιγότερο από 500 κατοίκους εκτός από τον οικισμό Παραλία Τυρού που κατοικείται από περίπου 1000 μόνιμους κατοίκους.

Σύμφωνα με την απογραφή της ΕΛΣΤΑΤ το 2011 ο οικισμός έχει πληθυσμό 50 μόνιμων κατοίκων. Τα στοιχεία των προηγούμενων καταγραφών δείχνουν σαφή μείωση του μόνιμου πληθυσμού. Αυτό οφείλεται στο γεγονός πως ο νεαρός πληθυσμός αναζήτησε καλύτερες συνθήκες εργασίες στα κοντινά αστικά κέντρα.

Συμπεραίνεται, λοιπόν, πως ο αστικός πληθυσμός υπερτερεί έναντι του αγροτικού, εφόσον τα τοπικά αστικά κέντρα συγκεντρώνουν τον περισσότερο πληθυσμό της περιοχής. Ο πληθυσμός του νομού Αρκαδίας παρουσιάζει μια συνεχή μείωση, που οφείλεται στον  εκπατρισμό  των  κατοίκων  του  εξαιτίας  της  καθυστερημένης  οικονομίας  της περιοχής και του ορεινού εδάφους της.

22.png

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ

Η οικονομία της Αρκαδίας βασίζεται κατά κύριο λόγο και ανά τις περισσότερες περιοχές στον πρωτογενή τομέα, ιδιαίτερα στην γεωργία και την κτηνοτροφία, όπως, επίσης, και στον τουρισμό ανά μέρη.

Ο πρωτογενής τομέας είναι πολύ σημαντικός για την οικονομία της περιοχής είτε πρόκειται για πεδινές - παραθαλάσσιες είτε για ημιορεινές και ορεινές περιοχές. Η φυτική παραγωγή είναι περίπου ίσης αξίας με τη ζωική παραγωγή.  Κύρια γεωργικά προϊόντα στην περιοχή είναι: ντομάτες, μαρούλια, μελιτζάνες, ελαιόλαδο, εσπεριδοειδή, κεράσια, κάστανα, καρύδια /αμύγδαλα, πατάτες και πεπόνια που καλύπτουν το 86% της συνολικής αξίας παραγωγής.  Τα κυριότερα προϊόντα ζωικής παραγωγής είναι το κρέας και το γάλα των αιγοπροβάτων, το τυρί, τα πουλερικά και αυγά.

 Στις ορεινές /ημιορεινές περιοχές παράγονται κυρίως: κεράσια, κάστανα, καρύδια, μέλι, ελαιόλαδο (σε μικρότερη έκταση έναντι της πεδινής/ παράλιας ζώνης), αιγοπρόβειο κρέας και τυροκομικά προϊόντα. Το ελαιόλαδο είναι το μόνο προϊόν που είναι τόσο στην πεδινή/ παράλια όσο και στην ορεινή /ημιορεινή ζώνη σημαντικό.

Ο δευτερογενής τομέας της Αρκαδίας είναι ανεπτυγμένος σε σύγκριση με τις υπόλοιπες περιφερειακές ενότητες της Πελοποννήσου και αυτό οφείλεται στην ύπαρξη βιομηχανικών ζωνών εθνικής εμβέλειας, όπως το σημαντικότερο ενεργειακό κέντρο της χώρας, το λιγνιτικό εργοστάσιο παραγωγής ενέργειας της Μεγαλόπολης. Σε γενικές γραμμές, είναι άμεσα συνδεδεμένος με τον πρωτογενή τομέα της. Απαρτίζεται, κυρίως, από βιομηχανίες συσκευασίας και μεταποίησης γεωργικών και κτηνοτροφικών προϊόντων, όπως συσκευαστήρια, γαλακτοκομεία, σφαγεία,  χυµοποιεία και ελαιοτριβεία.

Τέλος, ο τριτογενής τομέας διαπιστώνεται πως είναι ο πιο ανεπτυγμένος, όπως συμβαίνει και σε ολόκληρη τη χώρα και είναι εξαιρετικά θεμιτό. Περιλαμβάνει το εμπόριο, τον τουρισμό και την παροχή υπηρεσιών. Η συμβολή του τουρισμού στην ανάπτυξη της περιοχής και στην εξάλειψη των ανισοτήτων είναι σημαντική, δεδομένου ότι η πλειοψηφία της ξενοδοχειακής υποδομής βρίσκεται στο ορεινό τμήμα, στους δήμους Γορτυνίας και Τριπόλεως. Δευτερευόντως, οι δήμοι Βόρειας και Νότιας Κυνουρίας εμφανίζουν ικανοποιητικό αριθμό καταλυμάτων.

Όσο αφορά το Δήμο Κυνουρίας, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ από την απογραφή του 2011 για τις οικονομικές δραστηριότητες στο δήμο συμπεραίνεται πως το μεγαλύτερο ποσοστό του  πληθυσμού απασχολείται στον πρωτογενή και τριτογενή τομέα.

Πιο συγκεκριμένα, η καλλιέργεια ελιάς και κάποιων τοπικών κηπευτικών, όπως η μελιτζάνα, καθώς και η κτηνοτροφία και η αλιεία απαρτίζουν τις δραστηριότητες του πρωτογενούς τομέα στο δήμο. Ο δευτερογενής τομέας είναι υποτυπώδης και περιορίζεται σε μικρές τυποποιητικές μονάδες γεωργικών προϊόντων και κλωστοϋφαντουργίας.

Τέλος, οι δραστηριότητες του τριτογενούς τομέα αφορούν την παροχή υπηρεσιών και την τουριστική ανάπτυξη, η οποία γνωρίζει μεγάλη ανάπτυξη τα τελευταία χρόνια στο παραλιακό μέτωπο του δήμου.

Στη Σαμπατική, η απασχόληση των κατοίκων του οικισμού βασίζεται στον πρωτογενή τομέα και πιο συγκεκριμένα στην αλιεία και στην καλλιέργεια ελαιόδεντρο. Ο δευτερογενής τομέας απαρτίζεται από μία μικρή μονάδα παραγωγής τροφίμων λίγο έξω από τον οικισμό. Επίσης, κάποιοι κάτοικοι απασχολούνται στον τριτογενή τομέα λειτουργώντας είτε καταλύματα διαμονής είτε μικρές επιχειρήσεις εστίασης.

Συμπερασματικά, η οικονομική κατάσταση της Περιφερειακής Ενότητας Αρκαδίας χαρακτηρίζεται από ύφεση στον πρωτογενή και δευτερογενή τομέα και αύξηση στο τριτογενή. Οι παθογένειες, οι ξεπερασμένες καλλιέργειες και η υποτίμηση του αγροτικού προϊόντος έχουν οδηγήσει στη συρρίκνωση του πρωτογενούς τομέα και κατ’ επέκταση του δευτερογενούς που βασίζεται στη μεταποίηση της γεωργικής παραγωγής. Αντιθέτως, ο τριτογενής τομέας αυξάνεται εξαιτίας της τουριστικής ανάπτυξης της περιοχής, αφού το εμπόριο και οι παροχή υπηρεσιών αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα ύφεσης. Η ανεργία έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα στους νέους, και οφείλεται στη συρρίκνωση του εμπορίου και της γεωργίας και την αύξηση της ανασφάλιστης εργασίας, σύμφωνα πάντα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ. Για αυτούς τους λόγους, οι οικονομική ανάπτυξη της περιοχής έχει στραφεί στον τουρισμό, αφού το πολιτιστικό και φυσικό απόθεμα αποτελεί μεγάλο πλεονέκτημα.

22.png

ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ

Ο τουριστικός τομέας αποτελεί την οικονομική δραστηριότητα, η οποία σχεδιάζεται να στηρίξει την αναπτυξιακή προοπτική της Περιφέρειας, και κατ’ επέκταση της Περιφερειακής Ενότητας Αρκαδίας, παρέχοντας υπηρεσίες υπερτοπικού χαρακτήρα. Η Αρκαδία, όπως προαναφέρθηκε, διατηρεί μεγάλο αριθμό καταλυμάτων χειμερινού τουρισμού στα ορεινά της Γορτυνίας και ικανοποιητικό αριθμό καταλυμάτων παραθερισμού στο παραλιακό μέτωπο.

Το μεγαλύτερο τουριστικό ενδιαφέρον συγκεντρώνουν οι ορεινοί οικισμοί Δημητσάνα, Βυτίνα και Λαγκάδια. Για αυτό το λόγο υπάρχουν πληθώρα καταλυμάτων και υπηρεσιών για την εξυπηρέτηση των τουριστών, όπως χιονοδρομικά κέντρα, εστιατόρια και άλλων δραστηριοτήτων συναφών του τουρισμού.

Από την άλλη μεριά, στο παραλιακό μέτωπο της Αρκαδίας τα τελευταία χρόνια έχει αναπτυχθεί ένα αξιόλογο παραθεριστικό ρεύμα. Για αυτό το λόγο, συναντώνται αρκετές παραθεριστικές κατοικίες και λιγότερα καταλύματα προσωρινής διαμονής σε σύγκριση με το ορεινό τμήμα. Αυτό συμβαίνει διότι, οι κάτοικοι των ορεινών οικισμών αναζητούν κατοικίες στα παράλια τους θερινούς μήνες.

Όσον αφορά τον Αγροτουρισμό, τα περισσότερα καταλύματα συγκεντρώνονται στον ορεινό δήμο Γορτυνίας και επικεντρώνονται στην προώθηση των προϊόντων γαλακτοκομίας. Στο νοτιοανατολικό τμήμα υπάρχουν κάποια καταλύματα αγροτικού ενδιαφέροντος που εστιάζουν στην προώθηση των τυποποιημένων μορφών της γεωργικής παραγωγής της περιοχής.

Πιο συγκεκριμένα, στον οικισμό της Σαμπατικής αναπτύσσεται δειλά η φιλοξενία και ο παραθερισμός. Εντοπίζονται 5 καταλύματα προσωρινής διαμονής και αρκετές ιδιόκτητες παραθεριστικές κατοικίες, καθώς και αρκετές συναφείς με τον τουρισμό δραστηριότητες. Επιπλέον, τους θερινούς μήνες τουρίστες, κυρίως προερχόμενοι από χώρες τις Ευρώπης, επισκέπτονται τον οικισμό και διαμένουν στα τροχόσπιτα τους σε άτυπους χώρους στάθμευσης.

3.png

ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΗ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΗΣΗ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑ

22.png
3.png
d.png

Αρχικά, αποφασίστηκε η τυπολογία των κατοικιών που θα συγκροτούν το νέο οικισμό, η οποία αντλήθηκε από την αρκαδική παραδοσιακή αρχιτεκτονική, όπως θα αναλυθεί εκτενέστερα στη συνέχεια.

Σε δεύτερη φάση, καθορίστηκαν οι υπόλοιπες χρήσεις που θα λειτουργούν συμπληρωματικά προς τις κατοικίες και θα εξυπηρετούν τους στόχους που έχει θέσει η υπόθεση εργασίας.

Τοποθετείται, λοιπόν, η πλατεία, που απουσιάζει από τον υπάρχοντα οικισμό, η οποία περιβάλλεται από ένα κτίριο δημόσιου χαρακτήρα στο οποίο θα στεγάζονται ένας χώρος υποδοχής των επισκεπτών, ένα αναψυκτήριο, ένας διαδραστικός χώρος και τα γραφεία οργάνωσης και διοίκησης του εγχειρήματος. Φυσικά προβλέπονται οι βοηθητικού χώροι που θα συμπληρώνουν τις κύριες χρήσεις, όπως κουζίνα, αποθηκευτικοί χώροι και οι χώροι υγιεινής.

Όσον αφορά την υποστήριξη εξωτερικών δραστηριοτήτων, προβλέπονται περιπατητικές διαδρομές, μία μικρή προβλήτα για θαλάσσιες δραστηριότητες και ένα υπαίθριο θέατρο.

Όλα αυτά τα στοιχεία συνετέλεσαν στο να συνθέσω την υπόθεση εργασίας.

Η υπόθεση εργασίας βασίζεται στο σχεδιασμό ενός νέου οικισμού προσωρινής κατοίκησης με οικο-τουριστικό χαρακτήρα ως συνέχεια του υπάρχοντα, ο οποίος θα διαχειρίζεται από ένα τοπικό φορέα συνεταιριστικού χαρακτήρα που θα απαρτίζεται από κατοίκους του οικισμού που είναι σε θέση να διεκπεραιώσουν ένα τέτοιο εγχείρημα.

Οι σχεδιαστικοί παράμετροι που τίθενται προκύπτουν από τα αναπτυξιακά χαρακτηριστικά και τα προβλήματα που διαπιστώθηκαν στη Σαμπατική.

Επομένως, ο σχεδιασμός στοχεύει:

  • Στην πολεοδομική ανασυγκρότηση και οργάνωση του οικισμού

  • Στη διατήρηση των χαρακτηριστικών του τοπίου

  • Στην οικονομική ενίσχυση και τη δημιουργία θέσεων εργασίας για τους νέους, ώστε να παραμείνουν στον τόπο τους

  • Στην ανάδειξη της ζωής στην αρκαδική ύπαιθρο μέσω βιωματικών δραστηριοτήτων

  • Στην ανάπτυξη της πολιτιστικής ταυτότητας του τόπου

  • Στην προώθηση των τοπικών προϊόντων

Όπως ανέφερα, η περιοχή διαθέτει ένα ιδιαίτερο τοπίο και ανάγλυφο, χαρακτηριστικά της αρκαδικής γης, τα οποία συμβάλλουν καθοριστικά στο σχεδιασμό της παρέμβασης, αφού η ένταξη τους στο τοπίο αποτελεί βασική προϋπόθεση.

Για την επίτευξη των παραπάνω στόχων και την αειφόρο ανάπτυξη της περιοχής, και όχι τη μετατροπή της σε «τουριστικής βιομηχανίας», ορίστηκαν ως παράμετροι σχεδιασμού:

  • Η τυπολογία των οικιών και το κτιριολογικό

  • Η υλικότητα

  • Ο οικο-τουρισμός

  • Οι βιωματικές δραστηριότητες στο περιβάλλον

  • Η διοίκηση - οργάνωση του εγχειρήματος

23.jpg

Στη συνέχεια, αναζητήθηκε η υλικότητα που θα δομεί αυτό το νέο οικισμό.

Αποφασίστηκε να χρησιμοποιηθούν δύο δομικά υλικά, το ανεπίχριστο σκυρόδεμα και την πεπιεσμένη γη (rammed earth), και την ελιά ως το φυσικό στοιχείο.

Και τα τρία στοιχεία που δομούν τον οικισμό έχουν το συμβολισμό τους. Το ανεπίχριστο σκυρόδεμα συμβολίζει την πέτρα και το rammed earth τη γη της Αρκαδίας, ενώ η ελιά αποτελεί το αρχέγονο φυτό της Πελοποννήσου.

33.png

Η τρίτη παράμετρος σχεδιασμού είναι ο οικο-τουρισμός.

Για μια χώρα όπου ο τουρισμός έχει εξελιχθεί σε μείζον «κεφάλαιο», δημιουργώντας συχνά φαινόμενα αλλοίωσης τοπίου και υποβάθμισης φυσικών πόρων, ο οικο-τουρισμός, ίσως, είναι η απάντηση σε αυτά τα ζητήματα.

Η Αρκαδία με την πλούσια φυσική και πολιτιστική της κληρονομιά έχει την δυνατότητα να αναπτύξει την εξειδικευμένη αυτή μορφή τουρισμού που ονομάζεται οικο-τουρισμός. Οι προστατευόμενες περιοχές, όπως αυτή της Σαμπατικής, αποτελούν το κατ’εξοχήν πεδίο εφαρμογής δράσεων οικο-τουρισμού και ως εκ τούτου o οικο-τουρισμός μπορεί να αποτελέσει σημαντική ευκαιρία για την ανάπτυξη της υπαίθρου με πολλαπλά οφέλη τα οποία βρίσκονται σε πλήρη ταύτιση με τους στόχους που έχουν τεθεί.

Κυρίως, είναι σημαντικό πως με άξονα τον οικο-τουρισμό, ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός μπορεί να συμβάλλει ενεργά  στην προστασία της φύσης, στην ανάπτυξη μιας περιοχής και την διατήρηση του κοινωνικού της ιστού.

33.png

Τέλος, ο οικισμός, παρά τις λιγοστές δομές φιλοξενίας που διαθέτει, προσφέρει αρκετές επιλογές δραστηριοτήτων στους επισκέπτες. Τα καταλύματα που υπάρχουν έχουν οργανώσει διάφορες δράσεις για τους φιλοξενούμενους τους που σχετίζονται με τα χαρακτηριστικά τις περιοχής.

Τους θερινούς μήνες αποκλειστικά διοργανώνονται στον οικισμό:

  • Περιπατητικές-Ποδηλατικές περιηγήσεις

  • Κολύμβηση

  • Καταδύσεις

  • Ερασιτεχνικό ψάρεμα

  • Μαθήματα τοπικής μαγειρικής

  • Βραδιές κινηματογράφου

Επιπλέον, η ιδιαίτερη ακτή, παρόλο που έχει χαρακτηριστεί ως ακτή κολύμβησης, δε διαθέτει τις κατάλληλες παροχές στους λουόμενους.

Ο σχεδιασμός προτίθεται να ενσωματώσει και να ενισχύσει τις ήδη υπάρχουσες δράσεις και, παράλληλα, να δημιουργήσει τις κατάλληλες προϋποθέσεις για την ανάπτυξη κι άλλων.  Ο οικισμός δύναται να αναπτύξει κι άλλες δραστηριότητες συναφείς με τον τουρισμό, αφού τηρεί τις κατάλληλες προδιαγραφές, διαθέτει ειδυλλιακό φυσικό περιβάλλον, κατάλληλες γεωργικές εκτάσεις και ασφαλή θαλάσσια ύδατα.

Επομένως, ακολουθώντας το κτιριολογικό που τέθηκε, οι επισκέπτες, διαμένοντες στον οικισμό ή μη, θα είναι σε θέση να πάρουν μέρος σε δράσεις που αφορούν δρώμενα στο υπαίθριο θέατρο, διάφορες παρουσιάσεις και ενημερώσεις τοπική γευσιγνωσία, θαλάσσια ή ορεινή άθληση. Παράλληλα, οι επισκέπτες έχουν τη δυνατότητα μυηθούν στον αγροτικό τρόπο ζωής λαμβάνοντας μέρος στο φροντισμό των καλλιεργειών ή άλλον αγροτικών εργασιών.

Οι κάτοικοι είτε θα λαμβάνουν μέρος σε αυτές τις δράσεις είτε θα απασχολούνται με τη διεκπεραίωση του εγχειρήματος.

Επομένως, μέσα από την οργάνωση των διαφόρων χρήσεων, στόχος είναι η δημιουργία, βελτίωση, διατήρηση και η προστασία του φυσικού περιβάλλοντος και της κοινωνικής συνοχής του οικισμού, έτσι ώστε να είναι λειτουργικά και βιώσιμα, για να εξυπηρετούν ποικίλες ανθρώπινες ανάγκες και στόχους.

Η διαχείριση θα βασίζεται σε ένα συνεταιρισμό-φορέα που θα συσταθεί από τους κατοίκους του οικισμού και βάσεις αυτού θα είναι η γεωργία, η προσωρινή φιλοξενία και η πολιτιστική δράση. Ένα τέτοιο εγχείρημα τοπικής συνεργατικής οικονομίας δύναται να στηρίξουν χρηματοδοτικά εργαλεία, όπως τα προγράμματα LEADER, και τοπικοί φορείς, όπως η Αναπτυξιακή Εταιρία Πάρνωνα Α.Ε. που φαίνεται θετική στο να υποστηρίξει τέτοιου είδους ανάπτυξης.

Αναλυτικότερα, θα συσταθεί από τους κατοίκους μία επιτροπή διαχείρισης μέσω κεντρικών συνελεύσεων στο ειδικό δημόσιο κτίριο που προβλέπεται από το σχεδιασμό, η οποία θα αξιολογείται για την εργασία της ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Οι διαχειριστές ανάλογα με την ειδίκευσή τους θα είναι υπεύθυνοι για τα διάφορα λειτουργικά θέματα του οικισμού, όπως η υποδοχή των επισκεπτών, η οργάνωση των διαφόρων δραστηριοτήτων, η παρουσίαση των τοπικών προϊόντων και η διαφύλαξη της ασφάλειας και της καθαριότητας του οικισμού.

55.png
33.png
d.png

Η παρέμβαση φιλοδοξεί να δώσει μια κατεύθυνση οργανωμένης ανάπτυξης στον οικισμό και να μετατοπίσει το λειτουργικό πυρήνα του οικισμού από το παραλιακό μέτωπο, που βρίσκεται τώρα, σε ένα κεντρικότερο σημείο. Παράλληλα, οργανώνει και αναδεικνύει το φυσικό τοπίο του οικισμού που συνθέτεται από ελαιόδεντρα και χαμηλή θαμνώδη βλάστηση.

Αφετηρία της παρέμβασης αποτελεί ο ορισμός του δρόμου και της πλατείας, οι δημόσιες κινήσεις, δηλαδή, που αποτελούν αρχέτυπα στοιχεία μιας οικιστικής ανάπτυξης.

Εκατέρωθεν αυτών, προσαρτώνται οι πτέρυγες στις οποίες τοποθετούνται οι χρήσεις που έχουν οριστεί από το κτιριολογικό. Η πλατεία λειτουργεί ως άρθρωση ανάμεσα στις πτέρυγες συμβάλλοντας στη δημιουργία του «κεντρικού κόμβου» που λείπει αυτή τη στιγμή από τον οικισμό.

Η σύνθεση που δημιουργείται, προσαρμόζεται απόλυτα στο έδαφος, σε διάφορες υψομετρικές στάθμες, χωρίς να διαταράσσεται το φυσικό ανάγλυφό του.

Προχωρώντας, στα πλατώματα που έχουν σχηματιστεί ορίζεται το δομικό σύστημα των τοίχων ακολουθώντας έναν κάνναβο ανά 5 μ. Με άξονα αυτό το δομικό σύστημα, προσαρμόζονται οι 3 τύποι που έχουν οριστεί και θα αναλυθούν παρακάτω ανάλογα με την υψομετρική στάθμη.

Στη χαμηλότερη στάθμη τοποθετείται ο μονόχωρος τύπος Γ και ο πύργος, ενώ στην ανώτερη τα γραμμικά μονόχωρα και το δημόσιο κτίριο, ώστε από όλα τα σημεία να υπάρχει θέαση προς τη θάλασσα και τον υπόλοιπο οικισμό.

Τέλος, καθορίζονται και οργανώνονται τα κενά και τα πλήρη. Κάθε κατοικία διαθέτει την αυλή του, ενώ καθορίζονται και οι δημόσιοι κενοί χώροι, όπως οι προσβάσεις στις κατοικίες, οι περιπατητικές διαδρομές και ο τελικός χώρος της πλατείας.

ΙΔΕΑΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΟΙΚΙΣΜΟΥ.jpg

Η Αρκαδία κατέχει μια ξεχωριστή θέση στο χώρο της ελληνικής παραδοσιακής αρχιτεκτονικής. Δεμένη άρρηκτα με τις κλιματολογικές, γεωμορφολογικές, κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες της ευρύτερης περιοχής, η τοπική αρχιτεκτονική χαρακτηρίζεται από το απλό, λιτό, αυστηρό και γεωμετρικό της ύφος. Ιδιαίτερα οι οικισμοί της Γορτυνίας και της Κυνουρίας έχουν να επιδείξουν σημαντική αρχιτεκτονική κληρονομιά.

Τα θέματα αρχιτεκτονικής τυπολογία ανέκυψαν εν μέσω καραντίνας, επομένως ανέτρεξα στη βάση δεδομένων της σχολής για τη συλλογή πληροφοριών, εφόσον δεν ήταν δυνατή η επιτόπια έρευνα.

Προέκυψε πως η παραδοσιακή αρχιτεκτονική των λαϊκών οικιών στα περισσότερα ορεινά χωριά της Αρκαδίας βασίζεται συνήθως στον τύπο σπιτιού που ονομάζεται "Ανωγοκάτωγο μακρινάρι". Πρόκειται για σπίτια κατά κύριο λόγο διώροφα μονόχωρα, είτε γραμμικά είτε σε διάταξη Γ.

Σε ορισμένους οικισμούς, όπως ο Πραστός, κυριαρχούν τα λεγόμενα πυργόσπιτα με ιδιαίτερα μικρούς χώρους και έντονα αμυντικά στοιχεία.

Και στους τρείς τύπους, η οικία βρίσκεται σε άμεση συνάρτηση με την περίκλειστη αυλή, διακρίνονται μικρά ανοίγματα για λόγους κλιματολογικούς και αμυντικούς, η τοιχοποιία τους έχει μεγάλη διατομή και τα μπαλκόνια δε συνηθίζονται.

Τα αρχιτεκτονικά ιδιώματα και η φιλοσοφία κατοίκησης της Αρκαδίας που αντλήθηκαν από την έρευνα, υιοθετούνται και μεταγράφονται στο σύγχρονο τρόπο κατοίκησης

Επιλέγονται οι τρείς χαρακτηριστικοί τύποι της Αρκαδίας, το γραμμικό μονόχωρο ή το μονόχωρο τύπου Γ και το πυργόσπιτο, ώστε να συνθέσουν το νέο οικισμό, ο οποίος θα ερμηνεύει την τοπική αρχιτεκτονική και δε θα αποτελεί μία πιστή αντιγραφή-κακέκτυπο της παράδοσης.

Φυσικά εκτός από την τυπολογία της κάτοψης, υιοθετούνται όλα τα χαρακτηριστικά που αναφέρθηκαν. Και οι τρεις τύποι κατοικιών δομούνται από ένα σύστημα τοίχων μεγάλης διατομής, δεν υπάρχουν μπαλκόνια, ενώ τα ανοίγματα τους είναι τα απολύτως απαραίτητα.

Ο μονόχωρος ή πυργοειδής τύπος φιλοξενεί τις ελάχιστες δυνατές παροχές για τη σύγχρονη διαβίωση ενός ατόμου και βρίσκεται σε άμεση συνάρτηση με μια περίκλειστη αυλή. Η σχέση του «μέσα με το έξω», του θετικού με το αρνητικό, βρίσκεται σε άμεση σύνδεση και παίζει καθοριστικό ρόλο στην εμπειρία του χρήστη με το χώρο. Αυτό συμβαίνει διότι δίνεται μεγάλη έμφαση στη σχέση του εσωτερικού χώρου με τον εξωτερικό, την αυλή, κάτι που χαρακτηρίζει το ελληνικό κατοικείν. 

Η περίκλειστη, από μία κορδέλα στιβαρής τοιχοποιίας, αυλή κατέχει το μεγαλύτερο μέρος της κατοικίας και στις τρείς περιπτώσεις και δύναται να φιλοξενήσει πολλές καθημερινές δραστηριότητες του ατόμου.

Στόχος του σχεδιασμού δεν ήταν η στείρα αντιγραφή των παραδοσιακών μορφών, αλλά η μεταγραφή τους με σύγχρονους όρους.

ΙΔΕΑΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΚΑΤΟΙΚΙΩΝ.jpg
d.png

Η σύγχρονη τάση αναζήτησης συνδυαστικών λύσεων, με στόχο τη διατήρηση των παραδοσιακών μορφών καλλιέργειας, την προστασία και ανάδειξη του τοπίου και τη συμμετοχή του σύγχρονου ανθρώπου σε δραστηριότητες που αναπτύσσονται στην ύπαιθρο, οδηγούν σε νέες μορφές τοπίων, όπως είναι τα οικο-τουριστικά τοπία.

Η έννοια του τοπίου εκφράζεται μέσα από τη σχέση του τόπου με τον άνθρωπο και συνίσταται από φυσικά, αισθητικά, κοινωνικά και αντιληπτικά στοιχεία. Έτσι, ο σχεδιασμός της παρέμβασης και η ένταξη της στο φυσικό περιβάλλον στοχεύουν στην αποκατάσταση της διαταραγμένης σχέσης κατοίκου-επισκέπτη με το τοπίο της ευρύτερης περιοχής, ένα χαρακτηριστικό που εντοπίζεται στις περιοχές με έντονη επισκεψιμότητα.

Με άξονα αυτή τη λογική, προσαρμόζεται πλήρως στο ανάγλυφο η δομή του νέου οικισμού. Ο σχηματισμός του «αγκαλιάζει» τον ελαιώνα και από όλα τα σημεία υπάρχει απρόσκοπτη θέα προς τη θάλασσα.

Οι χώροι κίνησης και κατοίκησης ακολουθούν τις κλίσεις  του εδάφους, ώστε να μη διαταραχθεί το φυσικό τοπίο. Παράλληλα, αυτό εξυπηρετεί τις κατοικίες να έχουν θέα στη θάλασσα και τον ελαιώνα και επαρκή ηλιασμό καθ’ όλη τη διάρκεια της μέρας.

Ο υπάρχοντας άξονας προεκτείνεται, διέπει το νέο οικισμό και καταλήγει στο κεντρικό άξονα κίνησης που συνδέει τον οικισμό με την ευρύτερη περιοχή. Η χάραξη των οδικών αρτηριών έγινε με βάση τους κανονισμούς του ΓΟΚ, το πλάτος να είναι 6 μέτρα διπλής κυκλοφορίας και η κλίση να μην ξεπερνάει το 10%. Χαρακτηρίζεται από ήπια κυκλοφορία και περιορισμένη χρήση του αυτοκινήτου μόνο για επιτακτικές ανάγκες, επομένως προβλέφθηκε υπόσκαφος χώρος με επαρκείς θέσεις στάθμευσης σε κοντινή απόσταση από τις κατοικίες, ώστε να μην προκύπτουν θέματα οχλήσεων και παρενόχλησης των πεζών.

Στο ενδιάμεσο τμήμα του άξονα προσαρτώνται οι πτέρυγες με τις κατοικίες προσωρινής κατοίκησης. Ο σχεδιασμός και η τοποθέτηση τους έγιναν με βασική παράμετρο την υψομετρική διαφορά. Συνολικά τοποθετούνται 7 μονόχωρα τύπου Γ, 4 πυργόσπιτα και 16 γραμμικά μονόχωρα σε δύο στάθμες.

Στην πτέρυγα που βρίσκεται κάτω από το επίπεδο του δρόμου τοποθετούνται τα μονόχωρα τύπου Γ και οι 3 πύργοι. Τα φυτεμένα δώματα των μονόχωρων δημιουργούν έναν «κήπο» στο επίπεδο του δρόμου. Ο χρήστης που περπατάει στο δρόμο και στρέφεται προς τη θέα της θάλασσας, δε βρίσκει στο οπτικό του πεδίο δώματα κατοικιών αλλά ένα ενιαίο φυτεμένο από τοπικά βότανα επίπεδο.

Στις δύο πτέρυγες που βρίσκονται στο επίπεδο του δρόμου και αρθρώνονται μέσω της πλατείας τοποθετούνται τα τραπεζοειδείς γραμμικά μονόχωρα σε δύο στάθμες. Στα ισόγεια η πρόσβαση γίνεται από το επίπεδο του δρόμου και μπορούν να εξασφαλίσουν πλήρως την πρόσβαση σε άτομα ΑΜΕΑ. Στα μονόχωρα του ορόφου η πρόσβαση γίνεται από μία δευτερεύουσα διαδρομή μέσω κλιμάκων ή ράμπας.

Η τυπολογία και επιλογή των επιμέρους τύπων έπρεπε να μην αντιμετωπιστεί ως «αυτόνομη  κατοικία», αλλά ως κύτταρο-στοιχείο που η εν σειρά ανάπτυξη του θα οργανώνει μια πτέρυγα.

Στην πλατεία τοποθετείται σε δύο στάθμες το δημόσιο κτίριο συλλογικών δραστηριοτήτων. Στη στάθμη του δρόμου πραγματοποιείται η ενημέρωση και υποδοχή των επισκεπτών και η λειτουργία του αναψυκτήριου ή καφενείου. Άλλωστε, η πλατεία με το καφενείο αποτελεί το πιο χαρακτηριστικό στοιχείο ενός ελληνικού χωριού, κάτι το οποίο αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει στον οικισμό. Στον όροφο τοποθετούνται η αίθουσα διάδρασης και τα διοικητικά γραφεία, όπως θα αναλυθεί εκτενέστερα στη συνέχεια.

Πολύ σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση του τοπίου και στην αλληλεπίδραση του χρήστη με αυτό διαδραματίζουν οι περιπατητικές διαδρομές που προστίθενται στον οικισμό. Οι δευτερεύουσες-βοηθητικές ως προς τις κατοικίες διαδρομές προεκτείνονται ως την παραλία ως περιπατητική διαδρομή ή αποτελούν «πύλες εισόδου» από τις κατοικίες προς τον ελαιώνα.

Η μία από αυτές ξεκινά από τις κατοικίες και την πλατεία, φτάνει στο υπαίθριο θέατρο και στην μικρή προβλήτα και καταλήγει στο άλλο άκρο του οικισμού μέσω της παραλίας. Οργανώνει χρήσεις στην παραλία, κάτι που εκλείπει στην υπάρχουσα κατάσταση, και καταλήγει στο μεγάλο λιμενοβραχίονα.

Το υπαίθριο θέατρο αποτελεί την κατάληξη της χερσαίας περιπατητικής διαδρομής και αποτελεί βασικό στοιχείο της, συμβάλλοντας στην ανάπλαση του δημοσίου χώρου και την ανάδειξη των πολιτιστικών χαρακτηριστικών της περιοχής.

Ο σχεδιασμός του υλοποιήθηκε με άξονα τη μορφολογία του εδάφους χωρίς να αλλοιώνει το φυσικό τοπίο. Οι κερκίδες-σκαλιά κατασκευάζονται από πλάκες οι οποίες «φυτεύονται» στο έδαφος ακολουθώντας την κατηφορική κλίση του εδάφους προς την ακτή. Τα δύο τοιχία προστατεύουν τις βαθμίδες του θεάτρου από την έντονη υψομετρική διαφορά. Καταλήγει 1 μέτρο πάνω από τη στάθμη της θάλασσας σε ένα ενιαίο πλάτωμα 3 μ. που αποτελεί μέρος της μικρής προβλήτας. Απέναντι ακριβώς και ως μέρος αυτής της μικρής προβλήτας, μέσα στη θάλασσα, βρίσκεται η σκηνή, πλάτους 6μ. και μήκους 17μ.

Η διαμόρφωση της κατασκευής θα έχει διπλή χρήση. Θα χρησιμοποιείται άλλοτε ως υπαίθριο θέατρο όταν χρειάζεται και άλλοτε ως σημείο θέασης προς το Μυρτώο Πέλαγος. Η χωρητικότητα του έχει υπολογιστεί να είναι επαρκής για τους κατοίκους και τους επισκέπτες του οικισμού.

Στόχος αυτής της διαμόρφωσης θα είναι η φιλοξενία πολιτιστικών δρώμενων τσακώνικου ή άλλου περιεχομένου τους θερινούς μήνες. Άλλωστε, η ευρύτερη περιοχή της Νότιας Κυνουρίας δε διαθέτει κάποια ανάλογη διαμόρφωση. Το φυσικό περιβάλλον του σημείου και η θέα προς το Μυρτώο Πέλαγος καθιστά το σημείο ιδανικό.

Η μικρή προβλήτα που τοποθετείται στην παράκτια περιπατητική διαδρομή θα εξυπηρετεί μικρά σκάφη αναψυχής, θαλάσσια άθληση και ερασιτέχνες αλιείς. Αυτό αποφασίστηκε, διότι, η μεγάλη προβλήτα που υπάρχει εξυπηρετεί μεγάλα αλιευτικά και καΐκια και κρίνεται επικίνδυνη για τέτοιου είδους δραστηριότητες.

τοπογραφικο 1 500.jpg

ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΚΟ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ

ΚΛΙΜΑΚΑ 1: 500

d.png

ΜΟΝΟΧΩΡΟ ΤΥΠΟΥ Γ

Ο πρώτος τύπος που θα αναλυθεί είναι το μονόχωρο τύπου Γ. Όπως προαναφέρθηκε, βρίσκεται κάτω από το επίπεδο του δρόμου, σχεδιάζεται στη λογική του υπόσκαφου και ο χρήστης οδηγείται στην κατοικία μέσω κλίμακας. Έχει εμβαδόν περίπου 65 τμ. και μπορεί να κατοικηθεί από δύο άτομα.

Ο τύπος αυτός αποτελείται από ένα μεγάλο και ένα μικρό ορθογώνιο όγκο, διαστάσεων 5*10 μ. και 5*2,5 μ. αντίστοιχα, που σχηματίζουν μία διαμόρφωση Γ. Στον κύριο όγκο τοποθετούνται ο χώρος ύπνου, διημέρευσης και υγιεινής, ενώ στο μικρό όγκο τοποθετείται η κουζίνα.

Ο χώρος ύπνου και το καθιστικό βρίσκονται σε μία ξύλινη υπερύψωση από τον υπόλοιπο χώρο, ενώ ο χώρος ύπνου διαχωρίζεται από τον υπόλοιπο χώρο με ένα παραπέτασμα που σχηματίζεται από ξύλινες κολώνες 3Χ10 εκ.

Η υλικότητα του αποτελείται από ανεπίχριστο σκυρόδεμα και rammed earth, όπως θα αναλυθεί εκτενέστερα στο κατασκευαστικό μέρος, ακολουθώντας την παράδοση των μεγάλων διατομών τοιχοποιίας της Αρκαδίας.

Όσον αφορά τις όψεις τις κατοικίας, ακολουθήθηκε το αρχιτεκτονικό αρκαδικό ιδίωμα όπου οι κατοικίες διαθέτουν γραμμικά στενά ανοίγματα για τον επαρκή ηλιασμό και αερισμό του χώρου. Φυσικά, οι όψεις τις αυλής διαθέτουν μεγάλα ανοίγματα για άμεση σύνδεση του μέσα με το έξω. Ο χώρος υγιεινής δε διαθέτει άνοιγμα, επομένως, αερίζεται τεχνητά.

Ο όγκος Γ που σχηματίζεται περικλείει μια ευρύχωρη αυλή, η οποία σκιάζεται με μεταλλική πέργολα και παρέχει στο χρήστη τη δυνατότητα πολλών δραστηριοτήτων, ανεμπόδιστης θέας προς τη θάλασσα και πρόσβασης στον ελαιώνα. Το δώμα του κύριου μεγάλου όγκου φυτεύεται με βότανα της αρκαδικής γης και άλλα, συμβάλλοντας στην οπτική συνέχεια του τοπίου.

Αυτό ο τύπος επαναλαμβάνεται αυτούσιος, ο ένας δίπλα στον άλλον, δημιουργώντας ένα ενιαίο διαμήκες επίπεδο διαβίωσης με άμεση πρόσβαση στον ελαιώνα, ενώ στο επίπεδο του δρόμου δίνει την αίσθηση μιας σύνθετης πεζούλας φυτεμένης με αρωματικά βότανα.

ΤΥΠΟΣ Γ2.jpg

ΓΡΑΜΜΙΚΟ ΜΟΝΟΧΩΡΟ

Ο πρώτος τύπος που θα αναλυθεί είναι το μονόχωρο τύπου Γ. Όπως προαναφέρθηκε, βρίσκεται κάτω από το επίπεδο του δρόμου, σχεδιάζεται στη λογική του υπόσκαφου και ο χρήστης οδηγείται στην κατοικία μέσω κλίμακας. Έχει εμβαδόν περίπου 65 τμ. και μπορεί να κατοικηθεί από δύο άτομα.

Ο τύπος αυτός αποτελείται από ένα μεγάλο και ένα μικρό ορθογώνιο όγκο, διαστάσεων 5*10 μ. και 5*2,5 μ. αντίστοιχα, που σχηματίζουν μία διαμόρφωση Γ. Στον κύριο όγκο τοποθετούνται ο χώρος ύπνου, διημέρευσης και υγιεινής, ενώ στο μικρό όγκο τοποθετείται η κουζίνα.

Ο χώρος ύπνου και το καθιστικό βρίσκονται σε μία ξύλινη υπερύψωση από τον υπόλοιπο χώρο, ενώ ο χώρος ύπνου διαχωρίζεται από τον υπόλοιπο χώρο με ένα παραπέτασμα που σχηματίζεται από ξύλινες κολώνες 3Χ10 εκ.

Η υλικότητα του αποτελείται από ανεπίχριστο σκυρόδεμα και rammed earth, όπως θα αναλυθεί εκτενέστερα στο κατασκευαστικό μέρος, ακολουθώντας την παράδοση των μεγάλων διατομών τοιχοποιίας της Αρκαδίας.

Όσον αφορά τις όψεις τις κατοικίας, ακολουθήθηκε το αρχιτεκτονικό αρκαδικό ιδίωμα όπου οι κατοικίες διαθέτουν γραμμικά στενά ανοίγματα για τον επαρκή ηλιασμό και αερισμό του χώρου. Φυσικά, οι όψεις τις αυλής διαθέτουν μεγάλα ανοίγματα για άμεση σύνδεση του μέσα με το έξω. Ο χώρος υγιεινής δε διαθέτει άνοιγμα, επομένως, αερίζεται τεχνητά.

Ο όγκος Γ που σχηματίζεται περικλείει μια ευρύχωρη αυλή, η οποία σκιάζεται με μεταλλική πέργολα και παρέχει στο χρήστη τη δυνατότητα πολλών δραστηριοτήτων, ανεμπόδιστης θέας προς τη θάλασσα και πρόσβασης στον ελαιώνα. Το δώμα του κύριου μεγάλου όγκου φυτεύεται με βότανα της αρκαδικής γης και άλλα, συμβάλλοντας στην οπτική συνέχεια του τοπίου.

Αυτό ο τύπος επαναλαμβάνεται αυτούσιος, ο ένας δίπλα στον άλλον, δημιουργώντας ένα ενιαίο διαμήκες επίπεδο διαβίωσης με άμεση πρόσβαση στον ελαιώνα, ενώ στο επίπεδο του δρόμου δίνει την αίσθηση μιας σύνθετης πεζούλας φυτεμένης με αρωματικά βότανα.

ΤΥΠΟΣ ΓΡΑΜ.jpg
ΤΥΠΟΣ ΓΡΑΜ2.jpg

ΠΥΡΓΟΣ

Τρίτος τύπος που συνθέτει τον οικισμό είναι αυτός του πυργόσπιτου με αυλή και αντλείται από τη γενικότερη φιλοσοφία της οχυρωματικής κατοίκησης που συναντώταν επί αιώνες σε ολόκληρη Πελοπόννησο.

Το πυργόσπιτο έχει τετραγωνική κάτοψη, αναπτύσσεται σε τρείς ορόφους και δύναται να φιλοξενήσει ως 4 άτομα. Οι διαστάσεις του είναι οι ελάχιστες δυνατές (5 *5μ.) για την τοποθέτηση των αναγκαίων χρήσεων μιας σύγχρονης κατοικίας. Έτσι, ο φιλοξενούμενος βιώνει την εμπειρία του λιτού αρκαδικού τρόπου ζωής κατά τη διαμονή του στον οικισμό.

Συνολικά, στον οικισμό βρίσκονται 4 πύργοι, οι τρεις κάτω από το επίπεδο του δρόμου και ο ένας στο επίπεδο αυτού. Σε όλες τις περιπτώσεις, ο χρήστης οδηγείται σε αυτόν μέσω μιας μεταλλικής γέφυρας που βρίσκεται σε ύψος 3,3 μ. από την αυλή του. Η είσοδος στον εσωτερικό χώρο γίνεται είτε από τον α’ όροφο διαμέσου της γέφυρας, είτε μέσω των πακτωμένων σκαλοπατιών που οδηγούν στην αυλή και στην είσοδο από το ισόγειο.

Στον ισόγειο χώρο τοποθετούνται οι χώροι διημέρευσης, το καθιστικό, η κουζίνα και η τραπεζαρία, και για αυτό το λόγο επιλέχθηκαν μεγάλα ανοίγματα για τον φωτισμό και την άμεση πρόσβαση του χώρου στην αυλή. Στον α’ και β’ όροφο ο χρήστης οδηγείται από μία κυκλική περιστρεφόμενη σκάλα. Στους ορόφους βρίσκονται οι χώροι ύπνου και υγιεινής.

Η αυλή είναι περίκλειστη όμως έχει άμεση οπτική επαφή με το φυσικό περιβάλλον μέσω της φάσας που βρίσκεται στο μπροστινό τμήμα.

Οι όψεις του συνθέτονται και από τα δύο δομικά υλικά, το rammed earth και το ανεπίχριστο σκυρόδεμα, ενώ τα ανοίγματα είναι μικρά, σα σχισμές, ακολουθώντας την παραδοσιακή τυπολογία, εξαίρεση το ισόγειο για τους λόγους που αναφέρθηκαν.

ΠΥΡΓΟΣ1.jpg
ΠΥΡΓΟΣ2.jpg

ΥΛΙΚΑ ΚΑΙ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ

Η κατασκευαστική δομή των κατοικιών είναι απλή αφού στηρίζεται στη λογική του μονόχωρου ή του πύργου, ενώ τα υλικά που επιλέχθηκαν «ανοίγεται» ο διάλογος περί υλικότητας και αφομοίωσης στο τοπίο.

Όπως αναφέρθηκε, τα δομικά υλικά της πρότασης είναι το ανεπίχριστο σκυρόδεμα και η πεπιεσμένη γη (rammed earth). To rammed earth πληροί πλήρως τις στατικές προδιαγραφές των κατοικιών, όμως επιλέχθηκε να χρησιμοποιηθεί για το φέροντα οργανισμό το ανεπίχριστο σκυρόδεμα για την αδιαμφησβήτητη ασφάλεια των κατασκευών. Συμπληρωματικά, χρησιμοποιούνται το ξύλο και κάποια φέροντα μεταλλικά στοιχεία.

Οι κατοικίες δομούνται από φέροντα οργανισμό ανεπίχριστου σκυροδέματος πάχους 25 εκ. και πλάκες τύπου sandwitch πάχους 30 εκ. Σε τρεις τύπους εξωτερικά υπάρχει ένα περίβλημα από rammed earth πάχους 20 εκ., ενώ σε έναν η επένδυση τοποθετείται εσωτερικά. Ανάμεσα στα δύο υλικά τοποθετείται μονωτικό υλικό πάχους 5 εκ.

Η συνολική διατομή της τοιχοποιίας των κατοικιών είναι 50 εκ. Αυτό επιλέχθηκε για να εξυπηρετείται το αρχιτεκτονικό ιδίωμα της Αρκαδίας όπου οι τοίχοι έχουν μεγάλο πάχος.

Η πλάκα τύπου sandwitch 30 εκ. επιλέχθηκε λόγω του μεγάλου ανοίγματος των πλακών, του φυτεμένου δώματος ή των προβόλων 3 μ. στα γραμμικά μονόχωρα του ορόφου.

Οι μονώσεις των δωμάτων ακολουθούν τη λογική του συμβατικού δώματος τόσο στα συμβατικά όσο και στο φυτεμένο. Αρχικά, τοποθετείται το φράγμα υδρατμών και στη συνέχεια η θερμομόνωση, νάυλον, ελαφρομπετόν και το ασφαλτόπανο. Στα φυτεμένα δώματα, μετα από το ασφαλτόπανο τοποθετείται η αποστραγγιστική μεμβράνη με κώνους, η προστασία υγρομόνωσης και, τέλος, το χώμα φύτευσης.

Τα φυτεμένα δώματα των μονόχωρων τύπου Γ που προστίθενται στον οικισμό υποκαταστούν τη «χαμένη» φύση λόγω της ανοικοδόμησης. Η φύτευση που επιλέγεται για είναι κατάλληλη για την αρκαδική ύπαιθρο και αποτελείται από βότανα. Τα βότανα που επιλέχθηκαν είναι η λεβάντα, το φλισκούνι, το μελισσόχορτο και το λεμονοθύμαρο. Τα παραπάνω βότανα επιλέχθηκαν τόσο για τη συμβατότητα τους με την αρκαδική ύπαιθρο όσο και για το είδος της ανθοφορίας τους, το οποίο είναι παρόμοιο σε μορφή και χρώμα (μωβ). Η φύτευση έχει ποώδη και συνεχή χαρακτήρα και απαιτεί μικρή ποσότητα χώματος, περίπου 10-15 εκ.

Τα πλεονεκτήματα που προσδίδει ένα φυτεμένο δώμα και υπηρετούν το σχεδιασμό είναι :

  • Θερμομόνωση και ηχομόνωση του κτιρίου

  • Πυροπροστασία

  • Βελτίωση του μικροκλίματος

  • Αξιοποίηση του βρόχινου νερού

  • Απώθηση της υπεριώδους ακτινοβολίας

  • Αιχμαλώτιση της σκόνης

Συνεχίζοντας στα κατασκευαστικά χαρακτηριστικά των κατοικιών, τα κουφώματα των κατοικιών είναι είτε συρόμενα είτε επάλληλα και στα γραμμικά μονόχωρα ο σκιασμός των μεγάλων υαλοστασίων γίνεται με περσίδες καθ’ όλο το ύψος τους. Οι περσίδες είναι ξύλινες και ανακλινόμενες και στηρίζονται σε μεταλλικούς ορθοστάτες. Η πέργολα στον τύπο Γ αποτελείται από δύο μεγάλα μεταλλικά φέροντα στοιχεία διατομής U 10Χ5 εκ. στα οποία βιδώνονται ξύλινα δοκάρια για το σκιασμό της αυλής.

Όπως προαναφέρθηκε, η μετάβαση από το επίπεδο του δρόμου στον πύργο γίνεται μέσω μιας μεταλλικής γέφυρας. Η κατασκευαστική δομή της απαρτίζεται από 4 οριζόντια μεταλλικά δοκάρια διατομής Η 10Χ20εκ.. Κάθετα σε αυτά τοποθετούνται ανά 2,5 μ. στύλοι διατομής Η 10Η10 εκ.. Επιπλέον, η γέφυρα βιδώνεται σε τρία σημεία στην πλάκα του ισογείου για μεγαλύτερη ασφάλεια. Για την ακαμψία της μεταλλικής κατασκευής στα άκρα της χρησιμοποιούνται συρματόσκοινα για αυτό το σκοπό. Την πορεία της γέφυρας διατρέχουν μεταλλικοί ράβδοι για την ασφάλεια του χρήστη, αφού βρίσκεται σε ύψος 3,30 μ.

Τέλος, τα πατώματα των κατοικιών σε όλους τους χώρους είναι πατητή τσιμεντοκονία 3 εκ. Εξαίρεση αποτελεί ένα μέρος του χώρου διημέρευσης στον τύπο Γ και του χώρου ύπνου στον α’ όροφο του πυργόσπιτου, όπου σε υπερύψωση τοποθετούνται δρύινες σανίδες. Η υπερύψωση γίνεται με ένα σκελετό από τεγίδες 5Χ5 εκ., ακολουθεί το πέτσωμα από κόντρα πλακέ θαλάσσης πάχους 2,2 εκ. και τέλος οι δρύινες σανίδες πάχους 2,2 εκ.

Όπως, προείπα, βασικό χαρακτηριστικό της παρέμβασης αποτελεί η υλοποίηση των αρχών του βιοκλιματικού σχεδιασμού σε ένα μοντέλο εναλλακτικής προσωρινής διαμονής. Επομένως, στα πατώματα των κατοικιών προβλέπεται ενδοδαπέδιο σύστημα για τη θέρμανση των χώρων, ενώ η ψύξη των κατοικιών «λύνεται» μέσω του σχεδιασμού και των υλικών με φυσικό τρόπο.

Κλείνοντας, να αναφέρω τα στάδια κατασκευής τις πεπιεσμένης γης rammed earth. Αρχικά, δημιουργείται μία βάση από οπλισμένο σκυρόδεμα πάχους 30 εκ. και τοποθετείται ένας ελαφρύς οπλισμός για την υποστήριξη του υλικού. Στη συνέχεια τοποθετούνται τα ξύλινα καλούπια, στα οποία εγχέεται το υλικό και συμπιέζεται. Η δόμηση ενός τοίχου από πεπιεσμένη γή γίνεται σε λωρίδες περίπου 30-40 εκ. εως το επιθυμητό ύψος του τοίχου.

3.png
d.png
KTIRIO1.jpg
KTIRIO2.jpg
3d ΚΤΙΡΙΟΥ.jpg
d.png

Ο οικισμός δεν έχει κορεσθεί τουριστικά και διαθέτει τις κατάλληλες γεωργικές εκτάσεις, που τον καθιστούν ιδανικό για ανάπτυξη της επισκεψιμότητας στη βάση της αγροτικής ζωής του τόπου. Στη σύγχρονη εποχή, οι κάτοικοι των αστικών κέντρων επισκέπτονται την ύπαιθρο, ώστε να ξεφύγουν για λίγες μέρες από τους γρήγορους ρυθμούς ζωής και να έρθουν σε επαφή με τη φύση και τη γη.

Η ανασυγκρότηση της αγροτικής παραγωγής και η οργάνωση δράσεων κατάλληλων για την εξοικείωση των επισκεπτών με τις αγροτικές εργασίες αποτελεί τη βάση της λειτουργίας του νέου οικισμού

Οι παραγωγοί, ή άλλοι εμπλεκόμενοι, θα πρέπει να ενημερώνονται για τις σύγχρονες μορφές καλλιεργειών και να είναι συνεχής η δικτύωση και συνεργασία τους με διάφορους φορείς σχετικού αντικειμένου, όπως οι Αγροδιατροφικές Συμπράξεις. Η οργανωμένη προώθηση των προϊόντων στις αγορές θα πρέπει να συνοδευτεί από ειδικές πιστοποιήσεις και τη δημιουργία σήματος ή λογότυπου για τα προϊόντα της Κυνουρίας, όπως έχει ήδη γίνει για τα τσακώνικα.

Εκτός από τη διασφάλιση της ομαλής λειτουργίας, επιτακτική είναι και η ανάγκη προστασίας του οικισμού με κατάλληλα μέτρα, ώστε να αποφευχθεί η επιβάρυνση του περιβάλλοντος και η ανεξέλεγκτη ανοικοδόμηση στον οικισμό που πιθανώς να παρατηρηθεί με την ανάπτυξη στης επισκεψιμότητας στην περιοχή.

Η τοπική αυτοδιοίκηση θα πρέπει να ενεργήσει θεσμοθετώντας ειδικά πλαίσια, ώστε ο οικισμός να προστατευτεί με τα κατάλληλα μέτρα, ώστε η περαιτέρω ανάπτυξη που θα παρατηρηθεί να γίνει με άξονα τους στόχους που τέθηκαν εξαρχής.

Κλείνοντας, προτείνονται τα χαρακτηριστικά της συνεργατικής τοπικής ανάπτυξης θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν και σε άλλους κλάδους της τοπικής οικονομίας δημιουργώντας καινοτόμες επιχειρηματικές δράσεις.

d.png
  • Instagram
  • Facebook
  • LinkedIn
bottom of page